Η “Καμάρα του Αργασίου”, που σήμερα ξεχωρίζει λίγα μέτρα μέσα από τη παραλία του Αργασίου, υπήρξε κάποτε τμήμα ενός παλιού παραλιακού δρόμου που συνέδεε τις Σγούρνες με την περιοχή του Νταβία, ακολουθώντας την ακτογραμμή κάτω από το «Κομμένο Βουνό». Πρόκειται για μια μικρή, τρίτοξη γέφυρα, κτισμένη στις αρχές του 19ου αιώνα, πιθανότατα το 1805, σύμφωνα με μια σκαλισμένη χρονολογία σε λευκό λίθο πάνω από το κλειδί της κεντρικής καμάρας. Εκείνη την περίοδο το νησί αποτελούσε επαρχία της Επτανήσου Πολιτείας, ενός ημιαυτόνουμου ελληνικού κράτους υπό την Προστασία της Ρωσίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας Την εποχή εκείνη, το σημείο αποτελούσε εκβολή χειμάρρου – του λεγόμενου «Ποταμιού της Καμάρας» – ο οποίος, καθώς κατέβαινε από τις πλαγιές του Σκοπού, συναντούσε τη θάλασσα.
Με τον καιρό, η θάλασσα κάλυψε το παραλιακό τμήμα γύρω από τη γέφυρα και άλλαξε ριζικά τη γεωγραφία του τόπου. Όμως, η Καμάρα του Αργασίου παραμένει ένα από τα πιο ιδιαίτερα μικρά μνημεία της Ζακύνθου. Στέκει σιωπηλά, σαν να αφηγείται τις εποχές που τα άλογα και τα κάρα διέσχιζαν έναν δρόμο πλάι στον αφρό των κυμάτων, όταν η επικοινωνία μεταξύ της Χώρας και του Βασιλικού διευκολυνόταν από αυτήν τη γέφυρα. Κάτω από τα τόξα της μπορεί κανείς να διακρίνει τα θεμέλιά της από πελεκητές πέτρες, που προέρχονταν πιθανότατα από κοντινά λατομεία· αυτές φανερώνουν την επιμέλεια με την οποία είχε σχεδιαστεί το έργο, προκειμένου να αντισταθεί στις πιέσεις του νερού του χειμάρρου.